Σάββατο 15 Απριλίου 2023

Πῶς εἶναι ἤ πῶς γίνεται μέσα μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ~ Ἁγ. Συμεών Νέου Θεολόγου

Λόγος περί τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως

Άγίου Συμεών Νέου Θεολόγου (Λόγος ΙΓ´).
Πῶς εἶναι ἤ πῶς γίνεται μέσα μας ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ
καί μέ αὐτήν ἡ ἀνάσταση τῆς ψυχῆς.

Ἀδελφοί καί πατέρες, ἤδη τό Πάσχα, ἡ χαρμόσυνη ἡμέρα, πού προκαλεῖ κάθε εὐφροσύνη καί εὐτυχία, καθώς ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἔρχεται τήν ἴδια ἐποχή τοῦ χρόνου πάντοτε, ἤ καλύτερα γίνεται κάθε ἡμέρα καί συνεχῶς μέσα σ᾿ αὐτούς πού γνωρίζουν τό μυστήριό της, ἀφοῦ γέμισε τίς καρδιές μας ἀπό κάθε χαρά καί ἀνεκλάλητη ἀγαλλίαση (Λουκ. 1, 14),

ἀφοῦ ἔλυσε μαζί καί τόν κόπο ἀπό τήν πάνσεπτη νηστεία ἤ, γιά νά πῶ καλύτερα, ἀφοῦ τελειοποίησε καί συγχρόνως παρηγόρησε τίς ψυχές μας, γι᾿ αὐτό καί μᾶς προσκάλεσε ὅλους μαζί τούς πιστούς, ὅπως βλέπετε, σέ ἀνάπαυση καί εὐχαριστία, πέρασε.

Ἄς εὐχαριστήσουμε λοιπόν τόν Κύριο, πού μᾶς διαπέρασε ἀπό τό πέλαγος (Σοφ. Σολ. 10, 18) τῆς νηστείας καί μᾶς ὁδήγησε μέ εὐθυμία στόν λιμένα τῆς ἀναστάσεώς Του.

Ἄς τόν εὐχαριστήσουμε καί ὅσοι περάσαμε τό δρόμο τῆς νηστείας μέ θερμή πρόθεση καί ἀγῶνες ἀρετῆς, καί ὅσοι ἀσθένησαν στό μεταξύ ἀπό ἀδιαφορία καί ἀσθένεια ψυχῆς, ἐπειδή ὁ ἴδιος εἶναι πού δίνει μέ τό παραπάνω τά στεφάνια καί τούς ἄξιους μισθούς τῶν ἔργων τους σ᾿ ἐκείνους πού ἀγωνίζονται, καί πάλι αὐτός εἶναι πού ἀπονέμει τή συγγνώμη στούς ἀσθενέστερους ὡς ἐλεήμων καί φιλάνθρωπος.

Διότι βλέπει πολύ περισσότερο τίς διαθέσεις τῶν ψυχῶν μας καί τίς προαιρέσεις, παρά τούς κόπους τοῦ σώματος, μέ τούς ὁποίους γυμνάζομε τούς ἑαυτούς μας στήν ἀρετή...

ἤ ἐπαυξάνοντας τήν ἄσκηση λόγω τῆς προθυμίας τῆς ψυχῆς ἤ ἐλαττώνοντας αὐτήν ἀπό τά σπουδαῖα ἐξ αἰτίας τοῦ σώματος, καί σύμφωνα μέ τίς προθέσεις μας ἀνταποδίδει τά βραβεῖα καί τά χαρίσματα τοῦ Πνεύματος στόν καθένα, κάμνοντας κάποιον ἀπό τούς ἀγωνιζόμενους περίφημο καί ἔνδοξο ἤ ἀφήνοντάς τον ταπεινό καί ἔχοντα ἀκόμη ἀνάγκη ἀπό κοπιαστικότερη κάθαρση.

Ἀλλά ἄς δοῦμε, ἐάν νομίζετε, καί ἄς ἐξετάσομε καλῶς, ποιό εἶναι τό μυστήριο τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ τοῦ Θεοῦ μας, τό ὁποῖο γίνεται μυστικῶς πάντοτε σέ ἐμᾶς πού θέλομε,

καί πῶς μέσα μας ὁ Χριστός θάπτεται σάν σέ μνῆμα, καί πῶς ἀφοῦ ἑνωθεῖ μέ τίς ψυχές, πάλι ἀνασταίνεται, συνανασταίνοντας μαζί του καί ἐμᾶς.

Αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός τοῦ λόγου.

Ὁ Χριστός καί Θεός μας, ἀφοῦ ὑψώθηκε στό σταυρό καί κάρφωσε (Κολ. 2, 14) σ᾿ αὐτόν τήν ἁμαρτία τοῦ κόσμου (Ἰω. 1, 25) καί γεύτηκε τό θάνατο (Ἐβρ. 2, 9), κατῆλθε στά κατώτατα μέρη τοῦ ἅδη (Ἐφ. 4, 9, Ψαλ. 85, 13).

Ὅπως λοιπόν ὅταν ἀνῆλθε πάλι ἀπό τόν ἅδη εἰσῆλθε στό ἄχραντό Του σῶμα, ἀπό τό ὁποῖο ὅταν κατῆλθε ἐκεῖ δέν χωρίσθηκε καθόλου, καί ἀμέσως ἀναστήθηκε ἀπό τούς νεκρούς καί μετά ἀπ᾿ αὐτό ἀνῆλθε στούς οὐρανούς μέ δόξα πολλή καί δύναμη (Ματθ. 24, 30, Λουκ. 21, 27)

ἔτσι καί τώρα, ὅταν ἐξερχόμαστε ἐμεῖς ἀπό τόν κόσμο καί εἰσερχόμαστε μέ τήν ἐξομοίωση (Ρωμ. 6, 5, Β´ Κορ. 1, 5, Φιλ. 3, 10) τῶν παθημάτων τοῦ Κυρίου στό μνῆμα τῆς μετάνοιας καί ταπεινώσεως, αὐτός ὁ ἴδιος, κατερχόμενος ἀπό τούς οὐρανούς, εἰσέρχεται σάν σέ τάφο μέσα στό σῶμα μας καί, ἑνούμενος μέ τίς δικές μας ψυχές, τίς ἀνασταίνει, ἀφοῦ αὐτές ἦταν ὁμολογουμένως νεκρές,

καί τότε δίνει τή δυνατότητα, σ᾿ αὐτόν πού ἀναστήθηκε ἔτσι μαζί μέ τόν Χριστό, νά βλέπει τή δόξα τῆς μυστικῆς του ἀναστάσεως.

Ἀνάσταση λοιπόν τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ δική μας ἀνάσταση, πού βρισκόμαστε κάτω πεσμένοι. Διότι ἐκεῖνος, ἀφοῦ ποτέ δέν ἔπεσε στήν ἁμαρτία (Ἰω. 8, 46, Ἐβρ. 4, 15. 7, 26), ὅπως ἔχει γραφεῖ, οὔτε ἀλλοιώθηκε καθόλου ἡ δόξα του, πῶς θ᾿ ἀναστηθεῖ ποτέ ἤ θά δοξασθεῖ, αὐτός πού εἶναι πάντοτε ὑπερδοξασμένος καί πού διαμένει ἐπίσης πάνω ἀπό κάθε ἀρχή καί ἐξουσία (Ἐφ. 1, 21);

Ἀνάσταση καί δόξα τοῦ Χριστοῦ εἶναι, ὅπως ἔχει λεχθεῖ, ἡ δική μας δόξα, πού γίνεται μέσα μας μέ τήν ἀνάστασή Του, καί δείχνεται καί ὁρᾶται ἀπό ἐμᾶς.

Διότι ἀπό τή στιγμή πού ἔκανε δικά του τά δικά μας, ὅσα κάμνει μέσα μας αὐτός, αὐτά ἀναγράφονται σ᾿ αὐτόν. Ἀνάσταση λοιπόν τῆς ψυχῆς εἶναι ἡ ἕνωση τῆς ζωῆς. Διότι, ὅπως τό νεκρό σῶμα οὔτε λέγεται ὅτι ζεῖ οὔτε μπορεῖ νά ζεῖ, ἐάν δέν δεχθεῖ μέσα του τή ζωντανή ψυχή καί ἑνωθεῖ μέ αὐτήν χωρίς νά συγχέεται, ἔτσι οὔτε ἡ ψυχή μόνη της καί καθ᾿ ἑαυτήν μπορεῖ νά ζεῖ, ἐάν δέν ἑνωθεῖ μυστικῶς καί ἀσυγχύτως μέ τόν Θεό, πού εἶναι ἡ πραγματικά αἰώνια ζωή (Α´ Ἰω. 5, 20).

Διότι πρίν ἀπό αὐτή τήν ἕνωση ὡς πρός τή γνώση καί ὅραση καί αἴσθηση εἶναι νεκρή, ἄν καί νοερά ὑπάρχει καί εἶναι ὡς πρός τή φύση ἀθάνατη.

Διότι δέν ὑπάρχει γνώση χωρίς ὅραση, οὔτε ὅραση δίχως αἴσθηση.

Αὐτό πού λέγω σημαίνει τό ἑξῆς.Ἡ ὅραση καί μέσω τῆς ὁράσεως ἡ γνώση καί ἡ αἴσθηση (αὐτό τό ἀναφέρω γιά τά πνευματικά, διότι στά σωματικά καί χωρίς ὅραση ὑπάρχει αἴσθηση). Τί θέλω νά πῶ;

Ὁ τυφλός ὅταν χτυπᾶ τό πόδι του σέ λίθο αἰσθάνεται, ἐνῶ ὁ νεκρός ὄχι.

Στά πνευματικά ὅμως, ἐάν δέν φθάσει ὁ νοῦς σέ θεωρία τῶν ὅσων ὑπάρχουν πάνω ἀπό τήν ἔννοια, δέν αἰσθάνεται τή μυστική ἐνέργεια.

Αὐτός λοιπόν πού λέγει, ὅτι αἰσθάνεται στά πνευματικά πρίν φθάσει σέ θεωρία αὐτῶν πού εἶναι ἐπάνω ἀπό τό νοῦ καί τό λόγο καί τήν ἔννοια, μοιάζει μέ τόν τυφλό στά μάτια, ὁ ὁποῖος αἰσθάνεται βέβαια τά ὅσα ἀγαθά ἤ κακά παθαίνει, ἀγνοεῖ ὅμως τά ὅσα γίνονται στά πόδια ἤ στά χέρια του καθώς καί τά αἴτια ζωῆς ἤ θανάτου του.

Διότι τά ὅσα κακά ἤ ἀγαθά τοῦ συμβαίνουν δέν τά ἀντιλαμβάνεται καθόλου, ἐπειδή εἶναι στερημένος ἀπό τήν ὀπτική δύναμη καί αἴσθηση, γι᾿ αὐτό, ὅταν πολλές φορές σηκώνει τήν ράβδο του ν᾿ ἀμυνθεῖ ἀπό τόν ἐχθρό, ἀντί ἐκεῖνον μερικές φορές χτυπᾶ μᾶλλον τόν φίλο του, ἐνῶ ὁ ἐχθρός στέκεται μπροστά στά μάτια του καί τόν περιγελᾶ.

Οἱ περισσότεροι ἀπό τούς ἀνθρώπους πιστεύουν στήν ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, ὅμως πολύ λίγοι εἶναι ἐκεῖνοι πού καί τήν βλέπουν καθαρά, καί αὐτοί βέβαια πού δέν τήν εἶδαν οὔτε νά προσκυνήσουν μποροῦν τόν Ἰησοῦ Χριστό ὡς ἅγιο καί Κύριο.

Διότι λέγει, «κανένας δέν μπορεῖ νά πεῖ Κύριο τόν Ἰησοῦ, παρά μόνο μέ τό Πνεῦμα τό ἅγιο»» (Α´ Κορ. 12, 3).καί ἀλλοῦ.«Πνεῦμα εἶναι ὁ Θεός καί αὐτοί πού τόν προσκυνοῦν πρέπει νά τόν προσκυνοῦν πνευματικά καί ἀληθινά»» (Ἰω. 4, 24).

Καί ἀκόμη τό ἱερώτατο λόγιο, πού τό προφέρομε κάθε ἡμέρα, δέ λέγει, ̒Ἀνάσταση Χριστοῦ πιστεύσαντες᾽, ἀλλά τί λέγει; «Ἀνάσταση Χριστοῦ θεασάμενοι, ἄς προσκυνήσομε ἅγιο Κύριον Ἰησοῦν, πού εἶναι ὁ μόνος ἀναμάρτητος»».

Πῶς λοιπόν μᾶς προτρέπει τώρα τό Πνεῦμα τό ἅγιο νά λέμε (σάν νά εἴδαμε αὐτήν πού δέν εἴδαμε) «Ἀνάσταση Χριστοῦ θεασάμενοι»», ἐνῶ ἀναστήθηκε ὁ Χριστός μιά φορά πρίν ἀπό χίλια (Ὁ Συμεών ὁ Νεός Θεολόγος ἔζησε τέλη 10ου καί ἀρχές 11ου αἰῶνος, δηλ. χίλια χρόνια περίπου μετά τήν Ἀνάσταση τοῦ Κυρίου) ἔτη καί οὔτε τότε τόν εἶδε κανένας νά ἀνασταίνεται;

Ἄραγε μήπως ἡ θεία Γραφή θέλει νά ψευδόμαστε;

Μακριά μιά τέτοια σκέψη.ἀντίθετα συνιστᾶ μᾶλλον νά λέμε τήν ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή μέσα στό καθένα ἀπό μᾶς τούς πιστούς γίνεται ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί αὐτό ὄχι μία φορά, ἀλλά κάθε ὥρα, ὅπως θά ἔλεγε κανείς, ὁ ἴδιος ὁ Δεσπότης Χριστός ἀνασταίνεται μέσα μας, λαμπροφορώντας καί ἀπαστράπτοντας τίς ἀστραπές τῆς ἀφθαρσίας καί τῆς θεότητος.

Διότι ἡ φωτοφόρα παρουσία τοῦ Πνεύματος μᾶς ὑποδεικνύει τήν ἀνάσταση τοῦ Δεσπότη, πού ἔγινε τό πρωί (Ἰω. 21, 4), ἤ καλύτερα μᾶς ἐπιτρέπει νά βλέπομε τόν ἴδιο ἐκεῖνον τόν ἀναστάντα.

Γι᾿ αὐτό καί λέμε.«Θεός εἶναι ὁ Κύριος καί φανερώθηκε σέ μᾶς»» (Ψαλμ. 117, 27), καί ὑποδηλώνοντας τή Δευτέρα παρουσία του λέμε συμπληρωματικά τά ἑξῆς. «εὐλογημένος εἶναι αὐτός πού ἔρχεται στό ὄνομα τοῦ Κυρίου»» (Ψαλμ. 117, 26).

Σέ ὅποιους λοιπόν φανερωθεῖ ὁ ἀναστημένος Χριστός, ὁπωσδήποτε φανερώνεται πνευματικῶς στά πνευματικά τους μάτια.

Διότι, ὅταν ἔλθει μέσα μας διά τοῦ Πνεύματος, μᾶς ἀνασταίνει ἀπό τούς νεκρούς καί μᾶς ζωοποιεῖ καί μᾶς ἐπιτρέπει νά τόν βλέπομε μέσα μας αὐτόν τόν ἴδιο ὅλον ζωντανό, αὐτόν τόν ἀθάνατο καί ἄφθαρτο, καί ὄχι μόνον αὐτό, ἀλλά καί μᾶς δίνει τή χάρη νά γνωρίζομε εὐκρινῶς ὅτι συνανασταίνει (Ἐφ. 2, 6) καί συνδοξάζει (Ρωμ. 8, 17) καί ἐμᾶς μαζί του, ὅπως μαρτυρεῖ ὅλη ἡ θεία Γραφή.

Αὐτά λοιπόν εἶναι τά μυστήρια τῶν Χριστιανῶν, αὐτή εἶναι ἡ κρυμμένη μέσα τους δύναμη τῆς πίστεώς μας, τήν ὁποία οἱ ἄπιστοι ἤ δύσπιστοι, ἤ καλύτερα νά πῶ ἡμίπιστοι, δέν βλέπουν, οὔτε βέβαια μποροῦν καθόλου νά τή δοῦν.

Καί ἄπιστοι, δύσπιστοι καί ἡμίπιστοι εἶναι αὐτοί πού δέν φανερώνουν τήν πίστη μέ τά ἔργα (Ἰάκ. 2, 18). Διότι χωρίς ἔργα πιστεύουν καί οἱ δαίμονες (Ἰάκ. 2, 19) καί ὁμολογοῦν ὅτι εἶναι Θεός ὁ Δεσπότης Χριστός. «Σέ γνωρίζομε»» (Μάρκ. 1, 24, Λουκ. 4, 34), λένε, «ἐσένα τόν Υἱό τοῦ Θεοῦ»» (Ματθ. 8, 29).καί ἀλλοῦ.«αὐτοί οἱ ἄνθρωποι εἶναι δοῦλοι τοῦ Θεοῦ τοῦ Ὑψίστου»» (Πραξ. 16, 17).

Ἀλλ᾿ ὅμως οὔτε τούς δαίμονες οὔτε τούς ἀνθρώπους αὐτούς θά τούς ὠφελήσει ἡ τέτοια πίστη. Διότι δέν ὑπάρχει κανένα ὄφελος ἀπό τέτοια πίστη, ἐπειδή εἶναι νεκρή κατά τόν θεῖο ἀπόστολο. Διότι λέγει, «ἡ πίστη χωρίς τά ἔργα εἶναι νεκρή»» (Ἰάκ. 2, 26), ὅπως καί τά ἔργα χωρίς τήν πίστη.

Πῶς εἶναι νεκρή; Ἐπειδή δέν ἔχει μέσα της τόν Θεό πού τή ζωογονεῖ (Α´ Τιμ. 6, 13), ἐπειδή δέν ἀπέκτησε μέσα της ἐκεῖνον πού εἶπε.«αὐτός πού μέ ἀγαπᾶ θά τηρήσει τίς ἐντολές μου»» (Ἰω. 14, 21.23), «καί ἐγώ καί ὁ Πατέρας μου θά ἔλθομε καί θά κατοικήσομε μέσα του» (Ἰω. 14, 23), γιά νά ἐξαναστήσει μέ τήν παρουσία του ἀπό τούς νεκρούς αὐτόν πού τήν κατέχει καί νά τόν ζωοποιήσει καί νά τοῦ ἐπιτρέψει νά δεῖ μέσα του καί αὐτόν πού ἀναστήθηκε καί αὐτόν πού ἀνέστησε.

Ἐξ αἰτίας αὐτοῦ λοιπόν εἶναι νεκρή ἡ τέτοια πίστη, ἤ καλύτερα νεκροί εἶναι αὐτοί πού τήν κατέχουν χωρίς ἔργα. Διότι ἡ πίστη στόν Θεό πάντα ζεῖ καί ἐπειδή εἶναι ζῶσα ζωοποιεῖ αὐτούς πού προσέρχονται ἀπό ἀγαθή πρόθεση καί τήν ἀποδέχονται, ἡ ὁποία καί ἔφερε πολλούς ἀπό τό θάνατο στή ζωή καί πρίν ἀπό τήν ἐργασία τῶν ἐντολῶν καί τούς ὑπέδειξε τόν Χριστό καί Θεό.

Καί θά ἦταν δυνατό, ἐάν ἔμεναν πιστοί στίς ἐντολές του καί τίς φύλαγαν μέχρι θανάτου (Φιλ. 2, 8), νά διαφυλαχθοῦν καί αὐτοί ἀπ᾿ αὐτές, ὅπως δηλαδή ἔγιναν ἀπό μόνη τήν πίστη. Ἐπειδή ὅμως μεταστράφηκαν, ὅπως τό στραβό τόξο (Ψαλμ. 77, 57), καί ἀκολούθησαν τίς προηγούμενες πράξεις τους, εὔλογα ἀμέσως βρέθηκαν νά ἔχουν ναυαγήσει ὡς πρός τήν πίστη (Α´ Τιμ. 1, 19) καί δυστυχῶς στέρησαν τούς ἑαυτούς τους ἀπό τόν ἀληθινό πλοῦτο, πού εἶναι ὁ Χριστός ὁ Θεός.

Γιά νά μή πάθομε λοιπόν καί ἐμεῖς αὐτό τό πρᾶγμα, ζητῶ νά τηρήσομε μέ ὅση δύναμη ἔχομε τίς ἐντολές τοῦ Θεοῦ, γιά ν᾿ ἀπολαύσομε καί τά παρόντα καί τά μέλλοντα ἀγαθά, ἐννοῶ δηλαδή αὐτήν τήν ἴδια τή θέα τοῦ Χριστοῦ, τήν ὁποία εἴθε νά ἐπιτύχομε ὅλοι μας μέ τή χάρη τοῦ Κυρίου μας Ἰησοῦ Χριστοῦ, στόν ὁποῖο ἀνήκει ἡ δόξα στούς αἰῶνες. Γένοιτο.

Λόγος περί τῆς τοῦ Χριστοῦ Ἀναστάσεως
Άγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου (Λόγος ΙΓ´).

(ἀπό τό βιβλίο «Σταυροαναστάσιμα», ἔκδοσις Ἱ.Μ.Ἁγίου Συμεών Νέου Θεολόγου, Κάλαμος Ἀττικῆς) Πηγή: pneumatoskoinwnia.blogspot.com

Παρασκευή 14 Απριλίου 2023

«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν...» ~ Τοῦ πρωτ. Γεωργίου Μεταλληνοῦ †

«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν...»
Μακαριστού Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ 
Ὁμοτ. Καθηγ. Θεολογικῆς Σχολῆς Πανεπ. Ἀθηνῶν

«Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ, νέκρωση τοῦ Θανάτου»...

Μὲ τὰ ἀπαισιότερα συναισθήματα ἀντιμετωπίζεται συνήθως ὁ θάνατος. Ὁ πολιτισμός μας, γιὰ τὸν ὁποῖο τόσο καυχόμαστε, δὲν μᾶς ἔχει ἐξοικειώσει μὲ τὴν μεγαλύτερη καὶ τραγικότερη πραγματικότητα στὴ ζωή μας, τὸν θάνατο. Οὔτε μᾶς ἔχει συμφιλιώσει μαζί του. Γι᾿ αὐτὸ λείπει στὴ σημερινὴ κοινωνία μία ρεαλιστικὴ φιλοσοφία τοῦ θανάτου. Βέβαια, σ᾿ αὐτὸ συντρέχουν διάφοροι λόγοι.

Ὁ ὀλιγόπιστος φοβᾶται τὸν θάνατο, διότι βλέπει τὴν ἀνετοιμότητά του νὰ τὸν ὑποδεχθεῖ. Ὁ ἄπιστος ἢ ἄθεος, ποὺ στηρίζει ὅλες τὶς ἐλπίδες του στὸν κόσμο αὐτό, βλέπει τὸν θάνατο σὰν καταστροφή. Γι᾿ αὐτὸ ἀποφεύγει νὰ μιλεῖ γιὰ τὸν θάνατο ἢ χλευάζει τὸν θάνατο, ἀλλὰ στὸ βάθος τὸν φοβᾶται. Ὅπως τὸν φοβοῦνται οἱ οἰκονομικὰ εὔρωστοι, διότι θὰ τοὺς κάμει νὰ χάσουν ὅσα ἔχουν, ἀλλὰ καὶ οἱ προλετάριοι τοῦ κόσμου μας, μολονότι διατείνονται, ὅτι βλέπουν τὸν θάνατο σὰν σωτηρία. Διότι γι᾿ αὐτούς, κυρίως, ἰσχύει ὁ λόγος τοῦ Δ. Σολωμοῦ: «Γλυκειὰ ἡ ζωὴ καὶ ὁ θάνατος μαυρίλα».

Γιά τόν χριστιανό, ὅμως, καί μάλιστα τόν πατερικό, δηλαδή τόν ὀρθόδοξο, τό μυστήριο τοῦ θανάτου ἔχει λυθεῖ. Ἡ Σφίγγα τοῦ θανάτου διέκοψε τὴ σιωπή της. Τὸ αἴνιγμα, ποὺ τόσο ἀπασχόλησε τὸ ἀνθρώπινο πνεῦμα καὶ μόνον ἡ σωκρατικὴ - πλατωνικὴ μεγαλοφυΐα μπόρεσε νὰ ψαύσει στὸν «Φαῖδρο», ἔχει πιὰ ἐξιχνιαστεῖ καὶ ἀπομυθευθεῖ. Μένει, βέβαια, καὶ γιὰ τὸν χριστιανὸ ὁ θάνατος «μυστήριο».

«Ὄντως φοβερώτατον τὸ τοῦ θανάτου μυστήριον» - ψάλλουμε στὴ νεκρώσιμη ἀκολουθία. Τὸ μυστήριο ὅμως δὲν ἔγκειται στὴν ὕπαρξή του, ἀλλὰ στὶς συνέπειές του: «πῶς ἡ ψυχὴ ἐκ τοῦ σώματος βιαίως χωρίζεται!...»

Ἡ συμμετοχὴ τοῦ πιστοῦ στὸ Πάθος καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ βοηθᾶ στὴν κατανόηση τοῦ μυστηρίου τῆς ζωῆς καὶ τοῦ θανάτου. Ἡ ζωὴ εἶναι δῶρο τοῦ Θεοῦ, ποὺ δημιούργησε τὰ πάντα «ἐξ οὐκ ὄντων» (ἀπὸ τὸ μηδὲν) καὶ μᾶς ἔφερε ἀπὸ τὴν ἀνυπαρξία στὴν ὕπαρξη. Ὁ θάνατος, ἐξάλλου, εἶναι ἔξω ἀπὸ τὴν θέληση τοῦ Θεοῦ. Δὲν εἶναι φυσικὴ κατάσταση, ἀλλὰ συνδέεται μὲ τὸ τραγικὸ γεγονὸς τῆς ἁμαρτίας, τῆς ἀστοχίας τοῦ ἀνθρώπου νὰ μένει στὴν κοινωνία τοῦ Θεοῦ. «Ὁ Θεὸς θάνατον οὐκ ἐποίησεν», «φθόνῳ διαβόλου εἰσῆλθεν θάνατος εἰς τὸν κόσμον».

Ὁ Θεός ἐπέτρεψε τόν θάνατό μας, «ἵνα μή τό κακόν ἀθάνατον γένηται». Αὐτή εἶναι ἡ θεολογική ἑρμηνεία τοῦ θανάτου ἀπό τούς Ἁγίους μας, τούς ἀληθινούς θεολόγους.

Ἡ ἁμαρτία, ὡς πτωτικό γεγονός, ἀδρανοποίησε καί νέκρωσε, τελικά, τήν ζωή μας, πού εἶναι ἡ ἐνοίκηση τοῦ Θεοῦ στήν καρδιά μας, τό κέντρο τῆς ὕπαρξής μας. Αὐτός ὁ «χωρισμός» ἀπό τήν ἄκτιστη χάρη τοῦ Θεοῦ εἶναι ὁ πνευματικός θάνατος, πού προκάλεσε καί τόν σωματικό - βιολογικό θάνατό μας.

Στόν πνευματικό θάνατο πρέπει νά ζητηθεῖ ἡ αἰτία καί τοῦ σωματικοῦ θανάτου.

Θρῆνος, λοιπόν, κατὰ τὴν κήδευση κάποιου ἀγαπητοῦ μας προσώπου («Θρηνῶ καὶ ὀδύρομαι, ὅταν ἐννοήσω τὸν θάνατον...», ψάλλουμε) δὲν συνδέεται μὲ τὸν πρόσκαιρο χωρισμό μας, ἀλλὰ μὲ τὴν αἰτία ποὺ προκάλεσε τὸν θάνατό μας, τὴν ἁμαρτία. Ὁ σωματικὸς θάνατος εἶναι διάσπαση τῆς ἁρμονικῆς σχέσης καὶ συλλειτουργίας ψυχῆς καὶ σώματος, ὡς τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ Χριστοῦ. Ἡ ἀνθρώπινη σάρκα νεκρώνεται, φθείρεται καί, ἐπιστρέφοντας στὸ χῶμα, διαλύεται.

Ἡ ψυχὴ ὅμως δὲν φθείρεται οὔτε διαλύεται, διότι ὁ Θεὸς τὴν δημιούργησε πνευματική. Περιμένει τὸ «κέλευσμα» (παράγγελμα) τοῦ Χριστοῦ κατὰ τὴν Δευτέρα Παρουσία τοῦ (Α´ Θεσ. δ´ 16), γιὰ νὰ ξαναενωθεῖ μὲ τὸ ἀναστημένο σῶμα καὶ νὰ ζήσει αἰώνια μαζί Του, σὲ μίαν ἄλλη ζωή, ποὺ θὰ εἶναι ὅμως αἰώνια συνέχεια τῆς γήινης ὕπαρξής μας.

Ὁ «νόμος τῆς ἀφθαρσίας» ἰσχύει ἀπόλυτα στό δημιουργικό ἔργο τοῦ Θεοῦ. Τίποτε δέν χάνεται ἀπό αὐτό. Γι᾿ αὐτό κάθε στιγμῆς τῆς παρούσας ζωῆς ἔχει γιά τόν χριστιανό σωτηριολογική σημασία, διότι ἀπό τόν τρόπο πού τῇ ζοῦμε, κρίνεται ἡ σωτηρία μας, ἡ κατάστασή μας στή μετά θάνατον ὕπαρξή μας (βλ. Β´ Κορ. στ´ 7).

Ὁ Χριστός, μὲ ὅλο τὸ σωτήριο ἔργο Του, ἐπιφέρει τὴν πλήρη ἄρση ὅλων τῶν συνεπειῶν τῆς πτώσης. Συντρίβει τὴν ἁμαρτία πρῶτα στὴ δική Του ἀναμάρτητη φύση, ποὺ δὲν νικιέται ἀπὸ τὴ θανατηφόρο δύναμη τῆς ἁμαρτίας, ἀλλὰ καὶ πάνω στὸν Σταυρό Του, στὸν ὁποῖο θανάτωσε τὴν δική μας ἁμαρτία, τὴν ἁμαρτία ὅλου του κόσμου (Ἰω. α´ 29).


Ὁ Θεὸς δὲν ἐνεργεῖ τιμωρητικά, ὅπως ἀπαιτοῦσε ὁ ἀνθρώπινος νόμος, ἀλλὰ ὡς σωτήρας καὶ ἀπελευθερωτὴς τοῦ ἀνθρώπου ἀπὸ τὴ δουλεία τῆς ἁμαρτίας, ὅπως ἐπιβάλλει ὁ δικός Του νόμος. Δὲν τιμωρεῖ, συνεπῶς, τοὺς ἁμαρτωλούς, ὅπως συνέβη μὲ τὸν κατακλυσμὸ στὴν Παλαιὰ Διαθήκη (Γεν. κεφ. η´), ἀλλὰ τὴν ἁμαρτία...

ὅπως ὁ καλός γιατρός δέν ζητεῖ τόν θάνατο τοῦ ἀσθενοῦς, ἀλλά τῆς νόσου. Γι᾿ αὐτό στή Θεία Λειτουργία ὀνομάζεται ὁ Χριστός «ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν».

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ κορύφωση τῆς νίκης Του πάνω στὴν ἁμαρτία μας καὶ γι᾿ αὐτὸ νοηματοδοτεῖ ὅλη τὴν ὕπαρξή μας. Ἐνῶ ἡ ἱστορία τοῦ κόσμου βαδίζει πρὸς ἕνα τέλος, ὁ ἄνθρωπος στὸ φῶς τῆς Ἀναστάσεως ἀποδεικνύεται χωρὶς τέλος. Διότι στὸ ὅριο ἱστορίας καὶ μεταϊστορίας βρίσκεται ὁ Νικητὴς τοῦ Θανάτου, ὁ Χριστός, ὁ Ὁποῖος «θανάτῳ ἐπάτησε τὸν Θάνατον» καὶ μεῖς «Θανάτου ἑορτάζομεν νέκρωσιν», τὸν θάνατο τοῦ Θανάτου.

Ὁ θάνατος καὶ ἡ ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ εἶναι ἡ νίκη πάνω στὸν Θάνατο. Ἔξω ἀπὸ τὴν σχέση μας μὲ τὸν Χριστό, ὁ θάνατος γίνεται φοβερὸς καὶ ἀδυσώπητος. Μὲ τὸν ἀναστάντα Χριστὸ ὁ Θάνατος ἀπομυθοποιεῖται. Καταλύεται ἡ παντοδυναμία του (Ἑβρ. β´ 14). Ὁ Χριστὸς κατήργησε τὸ φόβητρο τοῦ θανάτου, ὥστε χριστιανικὰ ὁ θάνατος νὰ νοεῖται ὡς ἡ ἀληθινὴ γέννηση καὶ ἀναμονὴ τῆς κοινῆς ἀνάστασης.

Κατανοεῖται, ἔτσι, τό παράδοξο: ἐνῶ ὁ «κόσμος» γιορτάζει γενέθλια, ἐμεῖς οἱ χριστιανοί πανηγυρίζουμε τήν «μνήμην», τήν κοίμηση, τῶν Ἁγίων μας.

Διότι ἡ ἡμέρα τοῦ θανάτου γιά τόν αὐθεντικά χριστιανό εἶναι ἡ ἀληθινή γέννησή μας («γενέθλιος ἡμέρα») στήν ἀληθινή ζωή.


Ὁ ὀρθόδοξος πιστός, ὅμως, ζεῖ τὶς περίεργες γιὰ τὸν χωρὶς Θεὸ πραγματικότητες, μετέχοντας στὴ ζωὴ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος. Δὲν ἀρκεῖ γι᾿ αὐτὸ τὸ τυπικὸ βάπτισμα.

Χρειάζεται μετοχὴ στὴν ἐν Χριστῷ ζωὴ καὶ ὕπαρξη. Στὰ ὅρια αὐτῆς τῆς ζωῆς ὁ πιστὸς πεθαίνει κάθε στιγμὴ τῆς ζωῆς του, νεκρώνεται, μὲ τὴν ἄσκηση καὶ τὴν πνευματικὴ ζωὴ γιὰ τὸν κόσμο, γιὰ νὰ ζήσει μέσα στὴ Χάρη τοῦ Θεοῦ, ποὺ εἶναι ἡ «αἰώνιος ζωή». Γι᾿ αὐτὸ μας διδάσκουν οἱ μοναχοί μας, οἱ αὐθεντικοὶ πιστοί: «Ἐὰν πεθάνεις, πρὶν πεθάνεις, δὲν θὰ πεθάνεις, ὅταν πεθάνεις»!

Ὁ λόγος τοῦ Χριστοῦ «ὁ πιστεύων εἰς ἐμέ, κἂν ἀποθάνῃ ζήσεται» (Ἰω. ια´ 25) σημαίνει, ὅτι ἡ μέσῳ τοῦ βαπτίσματος καὶ τῆς πνευματικῆς ζωῆς ἕνωσή μας μαζί Του, μᾶς συνδέει καὶ πάλι μὲ τὴν γεννήτρια τῆς ζωῆς, τὴν πηγὴ τῆς ζωῆς, ποὺ εἶναι Αὐτός. Μᾶς ἐπαναφέρει στὴν κοινωνία καὶ σχέση μὲ τὸν Θεό, ποὺ ζωοποιεῖ τὸν θάνατό μας καὶ μεταμορφώνει σὲ Ζωὴ δική Του τὸν καθημερινὸ θάνατό μας.

Χωρίς νά εἶναι, συνεπῶς, κανείς ζωντανό μέλος τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ, τῆς Ἐκκλησίας, δέν μπορεῖ νά ζήσει ἀληθινά, νά μετέχει τῆς ζωῆς τοῦ Χριστοῦ.

Ὁ ἁπλῶς βαπτισμένος ἔχει τὶς δυνατότητες καὶ προϋποθέσεις μετοχῆς στὴ ζωή τοῦ Χριστοῦ, ἀλλὰ δὲν σημαίνει ὅτι μετέχει σ᾿ αὐτήν, ἂν δὲν μετέχει στὴν ἄσκηση καὶ τὴν ἐμπειρία τῶν ἁγίων μυστηρίων.

«Οὐχ ὅτι ἅπαξ γεγενήμεθα τοῦ σώματος», λέγει ὁ Ἱ. Χρυσόστομος. Δέν τελειώνουν, δηλαδή, ὅλα ὅσον ἀφορᾶ τήν σωτηρία, μέ τό βάπτισμα. Μέ αὐτό ἀρχίζουν. Τό βάπτισμα εἶναι τό ἄνοιγμα τῆς πύλης, ἀλλά πρέπει νά διαβεῖ τήν πύλη κανείς καί νά ζήσει ἐν Χριστῷ.

Οἱ Ἅγιοί μας, μὲ τὰ ἀκέραια καὶ ἄφθαρτα λείψανά τους (π.χ. Ἅγιος Σπυρίδων ἢ ὁ Ἅγιος Γεράσιμος) βεβαιώνουν τὴν ὑπέρβαση τοῦ θανάτου καὶ τῶν συνεπειῶν του (φθορᾶς) ἤδη μέσα στὴ ζωή μας αὐτή, ἀλλὰ καὶ δίνουν μαρτυρία τῆς αἰωνιότητας μέσα στὴν ἱστορία. Βλέποντας τοὺς Ἁγίους μας ὁ ὀρθόδοξος πιστὸς (καὶ αὐτὴ τὴν ἐμπειρία ἔχουμε ἐμεῖς οἱ Ἑπτανήσιοι ἀπὸ μικρὰ παιδιά), οἰκοδομεῖ τὴν δική του φιλοσοφία γιὰ τὸν θάνατο.

Ἡ νίκη τοῦ Χριστοῦ δίνει τὴν δύναμη, ὥστε νὰ μὴ βλέπει ὁ πιστὸς τὸν θάνατο, ὅπως «οἱ μὴ ἔχοντες ἐλπίδα» (Α´ Θεσ. δ´ 14), ἀλλὰ καὶ νὰ νικᾷ κάθε μορφὴ θανάτου (ἀποτυχίες, ἀρρώστιες, παθήματα). Διότι δὲν δίνει ἀπόλυτο χαρακτήρα στὴ ζωὴ αὐτή. Δέν ἦταν οὔτε μαζοχιστής οὔτε πεισιθάνατος ὁ ἀγιος ἀπόστολος Παῦλος, ὅταν ἔλεγε: «τήν ἐπιθυμίαν ἔχω εἰς τό ἀναλύσαι καί σύν Χριστῷ εἶναι» (θέλω νά πεθάνω καί νά εἶμαι μέ τόν Χριστό», Φιλ. ι´ 23).

Ὁ θάνατος εἶναι γιά τόν ὀρθόδοξο πιστό «μετάβαση» στήν ὄντως ζωή. Ἕνας ὕπνος, πού περιμένει τό ξύπνημα στήν ἀτελεύτητη αἰωνιότητα... Βέβαια, ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἀπὸ τὴν ἴδια τοῦ τὴν φύση ἀθάνατος. Ἡ ἀθανασία εἶναι χάρισμα τοῦ Θεοῦ στὸν ἄνθρωπο, ὡς πλάσμα Του. Ἀθάνατος εἶναι μόνον ὁ ἄκτιστος (ἀδημιούργητος) Θεὸς (Α´ Τιμ. στ´ 15).

Ἀθανασία, ἐξάλλου, δέν εἶναι ἡ ἁπλή ἐπιβίωση, ἀλλά ἡ μετοχή στόν «παράδεισο», στή χάρη ἢ βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Αὐτό σημαίνει καί ἡ εὐχή μας «αἰωνία ἡ μνήμη». Νά μετέχει, δηλαδή, ὁ πιστός αἰώνια στήν κοινωνία τοῦ Θεοῦ, στή βασιλεία του.

Ἡ Ὀρθοδοξία, μὲ ὅλη τὴν δομή της, προσφέρει στὸν πιστὸ τῇ δυνατότητα συνεχοῦς μετοχῆς στὸν θάνατο καὶ τὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Τὰ μυστήρια λ.χ. εἶναι συνεχὴς πραγμάτωση αὐτὴ τῆς δυνατότητας. Μὲ τὸ βάπτισμα πεθαίνει κανεὶς μὲ τὸν Χριστὸ (Ρωμ. στ´ 3). Γι᾿ αὐτὸ καὶ τὰ πρῶτα βαπτιστήρια, οἱ ὁμαδικὲς «κολυμβῆθρες» τῆς Ἐκκλησίας, εἶχαν συνήθως τὸ σχῆμα σταυροῦ.

Τὸ βαπτιστήριο (ἡ κολυμβήθρα) εἶναι ὁ τάφος τῆς ἁμαρτίας καὶ ἡ «μήτρα» τῆς ἐν Χριστῷ ἀναγεννήσεως. Γι᾿ αὐτὸ οἱ ὀρθόδοξοι τελοῦμε τὸ βάπτισμα μὲ τριπλῆ κατάδυση καὶ ἀνάδυση καὶ ὄχι μὲ ῥαντισμὸ ἢ ἐπίχυση. Ζοῦμε αἰσθητὰ καὶ ὁρατὰ τὸν θάνατο καὶ τὴν ἀνάστασή μας.

Ἡ Μετάνοια ἢ Ἐξομολόγηση εἶναι καί αὐτή θάνατος (τῆς ἁμαρτίας μας) καί ἀνάστασή μας στή νέα ζωή τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ σώματος.

Γι᾿ αὐτό εἶναι τόσο ἀναγκαῖο αὐτό τό μυστήριο, ὅπως καί ἡ ὁλοκλήρωσή του, ἡ Θεία Εὐχαριστία, ἡ μετοχή στή νίκη καί τῇ δόξα τοῦ ἀναστημένου Χριστοῦ.

Πού βρίσκεται στά δεξιά τοῦ Πατρός, ὅπου μέ τήν Ἀνάληψή του ἀνέβασε τήν ἀναγεννημένη φύση μας. Ἂν καὶ τὰ ἄλλα μυστήρια (Εὐχέλαιο, Γάμος, Ἱερωσύνη π.χ.), προσφέρουν τὴν ἴδια δυνατότητα. Ὁ γάμος λ.χ. εἶναι ἐνσωμάτωση τῆς νέας ζωῆς τοῦ ζεύγους στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ, ὥστε καὶ στὴν εἰδικὴ αὐτὴ ὄψη τῆς ζωῆς τους νὰ ζοῦν τὸ ἴδιο μυστήριο τοῦ θανάτου τῆς ἁμαρτίας καὶ τῆς συνεχοῦς ἀναστάσεώς τους σὲ μία ζωή, στὴν ὁποία Κύριος εἶναι μόνον ὁ Χριστός.

Γι᾿ αὐτὸ - ἂν θέλουμε νὰ δοῦμε τὰ πράγματα στὴν ἀληθινή τους ὄψη - ὁ πολιτικὸς γάμος εἶναι μὲν νόμιμος, ἀλλὰ δὲν μπορεῖ νὰ ἐξισωθεῖ μὲ τὸ μυστήριο, διότι πραγματοποιεῖ μὲν ἕνα «νομικὸν συνάλλαγμα», ἀλλὰ δὲν μᾶς εἰσάγει στὴ ζωὴ τῆς Χάρης.

Συχνά, ὅταν μᾶς ὑποβάλλεται τὸ ἐρώτημα, τί ἔχει νὰ προσφέρει ἡ Ἐκκλησία στὴν ἀντιμετώπιση τῆς κάθε κοινωνικῆς δυσλειτουργίας, ἡ ἀπάντησή μου εἶναι μία: ἡ Ἐκκλησία, ὡς σῶμα Χριστοῦ, δὲν μοιράζει ἀσπιρίνες στοὺς πονοκεφάλους τοῦ κόσμου.


Εἰσάγει σέ μία ζωή, πού δίνει τήν δυνατότητα στόν πιστό ἄνθρωπο νά νικᾶ συνεχῶς τόν κάθε θάνατό του καί νά ὁμολογεῖ ὅπως στόν Ἀπ. Παῦλο: «ὡς ἀποθνήσκοντες καί ἰδού ζῶμεν», «φαινόμαστε σάν νά πεθαίνουμε, καί ὅμως ζοῦμε», (Β´ Κορ. στ´ 9).

Τὸ μεγαλύτερο γεγονὸς τῆς Ἱστορίας: Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ. Εἶναι αὐτὸ ποὺ διαφοροποιεῖ τὸν Χριστιανισμὸ ἀπὸὁποιαδήποτε ἄλλη θρησκεία. Οἱ ἄλλες θρησκεῖες ἔχουν ἀρχηγοὺς θνητούς, ἐνῶ κεφαλὴ τῆς Ἐκκλησίας εἶναι ὁ Ἀναστημένος Χριστός.

«Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ» σημαίνει θέωση καί ἀνάσταση τῆς ἀνθρώπινης φύσεως, καί ἐλπίδα τῆς θέωσης καί ἀνάστασης τῆς δικῆς μας ὑποστάσεως.

Ἀφοῦ βρέθηκε τό φάρμακο, ὑπάρχει ἐλπίδα ζωῆς...

Διά τῆς Ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ ἀποκτᾶ ἄλλο νόημα καί ἡ ζωή καί ὁ θάνατος. Ζωή σημαίνει κοινωνία μέ τόν Θεό. Δέν εἶναι πλέον θάνατος τό τέλος τῆς παρούσας ζωῆς, ἀλλά ἡ ἀπομάκρυνση τοῦ ἀνθρώπου ἀπό τόν Χριστό.

Ὁ χωρισμός τῆς ψυχῆς ἀπό τό σῶμα δέν εἶναι θάνατος, ἀλλά προσωρινός ὕπνος.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ δικαιώνει τήν μοναδικότητα καί ἀποκλειστικότητά Του ὡς Σωτήρα, ἱκανοῦ νά ζωοποιήσει ἀληθινά, νά μεταγγίσει τήν καταλύτρια τοῦ θανάτου Ζωή Του στή φθαρτή ζωή μας.

Ἕνας ὁ Χριστός, μία ἡ Ἀνάσταση, μία καί ἡ δυνατότητα σωτηρίας - θέωσης.

Γι’ αὐτό καί προσανατολίζεται στόν Χριστό ἡ προσδοκία γιά τήν ὑπέρβαση τῶν ἀδιεξόδων, πού συμπνίγουν τήν ζωή μας. Στόν Χριστό τῶν Ἁγίων, τόν Χριστό τῆς Ἱστορίας.

Ὁ ἀλλοιωμένος «Χριστὸς» τῶν αἱρέσεων ἢ ὁ «σχετικοποιημένος» Χριστὸς τοῦ θρησκειακοῦ συγκρητισμοῦ τῆς νεοεποχικῆς πανθρησκείας συνιστᾶ ἀπόρριψη τοῦ ἀληθινοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς προσφερόμενης ἀπὸ Αὐτὸν Σωτηρίας. Ὁ Χριστὸς τῶν Ἁγίων μας εἶναι ὁ Χριστὸς καὶ τῆς Ἱστορίας καὶ ἀποκλείει κάθε σύγχυσή Του μὲ ὁποιαδήποτε λυτρωτικὰ ὑποκατάστατα ποὺ ἐπινοοῦνται γιὰ τὴν παραπλάνηση τῶν μαζῶν.

Διότι μόνο ἔτσι μπορεῖ ἡ πλάνη νά συντηρεῖ τήν ἀπάτη, διευκολύνοντας τήν κυριαρχία ἀντίχριστων δυνάμεων (πού ἔχουν εἰσχωρήσει ἀκόμα καί στήν Ἐκκλησία) καί σκορπίζουν μέν τόν θάνατο, ἀλλά ἐμφανίζονται ὡς «ἄγγελοι φωτός» καί «διάκονοι δικαιοσύνης».

Μέσα ἀπὸ τὴν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων μας συνειδητοποιοῦμε ὅτι δὲν ὑπάρχουν τραγικότερες ὑπάρξεις ἀπὸ τοὺς «μὴ ἔχοντας ἐλπίδα» – ἐλπίδα ἀνάστασης, βλέποντας τὸν βιολογικὸ θάνατο ὡς καταστροφὴ καὶ τέλος.

Σ’ αὐτὴ τὴν τραγικότητα ὑποκύπτει δυστυχῶς καὶ ἡ ἐπιστήμη, ἀναζητώντας ἀπεγνωσμένη μεθόδους γιὰ παράταση τῆς ζωῆς καὶ μεταδίδοντας τὴν ψευδαίσθηση ὑπερνίκησης τοῦ φυσικοῦ θανάτου. Ἐξ ἴσου ὅμως τραγικοὶ εἶναι καὶ ὅσοι – ἀκόμη καὶ Χριστιανοὶ – παγιδεύονται στὰ στεγανὰ χιλιαστικῶν ὁραμάτων καθολικῆς εὐημερίας καὶ ἐνδοκοσμικῆς ἐσχατολογίας, χάνοντας τὸ ἀληθινὸ νόημα τῆς Ἀνάστασης καὶ θυσιάζοντας τὸ ὑπερκόσμιο στὸ ἐνδοκομικὸ καὶ τὸ αἰώνιο στὸ πρόσκαιρο.

Ἡ Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ὡς ἀνάσταση καί τοῦ ἀνθρώπου καί σύνολης τῆς κτίσης ἀποκτᾶ νόημα μόνο στό πλαίσιο τῆς Ἁγιοπατερικῆς σωτηριολογίας. Στή συσταύρωση δηλαδή καί συνανάσταση μέ τόν Χριστό.


Ἔτσι βιώνει τὴν Ἀνάσταση καὶ ὁ Ἑλληνισμὸς στὴν ἱστορική του πορεία. Πιστὴ στὴν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ ἡ Ὀρθοδοξία, ἔχει χαρακτηριστεῖ «Ἐκκλησία τῆς Ἀναστάσεως», διότι οἰκοδομεῖ ἐκεῖ ὅλη τὴν ἱστορική της παρουσία, ἐμβολιάζοντας στὴ συνείδηση τῶν Λαῶν της τὴν ἀναστάσιμη ἐλπίδα, κάτι ποὺ φανερώνεται στὴν πολιτιστική της συνέχεια.

Ἀνάμεσά τους καὶ ὁ Ἑλληνικὸς Λαὸς ἔμαθε νὰ διαλύει στὸ Φῶς τῆς Ἀνάστασης τὰ σκοτάδια τῆς δουλείας του, ὅπως στὴν Τουρκοκρατία, ὅταν στὸ «Χριστὸς Ἀνέστη» δὲν ἀπόσταινε νὰ προσθέτει: «καὶ Ἑλλὰς ἀνέστη!» Καὶ αὐτὸ γιὰ τετρακόσια χρόνια… Σὲ αὐτὸ τὸ νοηματικὸ πλαίσιο κινεῖται ἡ ἐλπιδοφόρα ἐκείνη πρόσκληση: «Δεῦτε λάβετε Φῶς!».

Εἶναι ἡ πρόσκληση στό ἀναστάσιμο ἄκτιστο Φῶς, πού τό δέχονται ὅσοι ἔχουν καθαρίσει τήν καρδιά τους ἀπό τίς κακίες καί τά πάθη. Χωρίς τήν «κάθαρση»τῆς καρδιᾶς, δηλαδή, τή μετάνοια, δέν μπορεῖ νά κοινωνήσει κάποιος τό Ἀναστάσιμο Φῶς.

Μετάνοια εἶναι ἡ ὑπέρβαση τῆς ἁμαρτίας, τῆς αἰτίας κάθε θανάτου μας. Αὐτό μᾶς ὑπενθυμίζει διαρκῶς ὁ περίεργος στά ὦτα τῶν ἀμύητων μοναστηριακός λόγος: «Ἑἂν πεθάνεις πρίν πεθάνεις, δέν θά πεθάνεις ὅταν πεθάνεις»!

Χριστός Ἀνέστη!...

«Θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν...»
Μακαριστού Πρωτοπρεσβυτέρου π. Γεωργίου Μεταλληνοῦ


Τετάρτη 5 Απριλίου 2023

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ M. ΕΒΔΟΜΑΔOΣ

 


ΚΥΡΙΑΚΗ  ΒΑΪΩΝ Απόγευμα: 7.00 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΝΥΜΦΙΟΥ υπό του πανοσιολ. Αρχιμ. π. Γερβασίου Παρακεντέ.       

 

M.ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΩΙ: 6.30-9.00 ΠΡΟHΓΙΑΣΜΕΝΗ  Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

                 ΑΠΟΓΕΥΜΑ:7.00    ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΝΥΜΦΙΟΥ

 

M.ΤΡΙΤΗ ΠΡΩΙ: 6.30-9.00     ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ  Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

            ΑΠΟΓΕΥΜΑ: 7.00 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΝΥΜΦΙΟΥ

M.ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΩΙ: 6.30-9.00 ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ  Θ.ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

           ΑΠΟΓΕΥΜΑ   : 4.00    ΑΓΙΟ ΕΥΧΕΛΑΙΟ  υπό του πανοσιολ. Αρχιμ. π.Γερβασίου Παρακεντέ .

 

                                  &   : 7.00 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΝΙΠΤΗΡΟΣ 

 

                  ΒΡΑΔΥ          :10.00-12.30   ΙΕΡΑ ΑΓΡΥΠΝΙΑ

 

M.ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΩΙ: 7.00-8.30    ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

           ΑΠΟΓΕΥΜΑ: 6.30-10:30 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΩΝ ΠΑΘΩΝ

 

M.ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΡΩΙ : 8.00- 11:45  ΜΕΓΑΛΕΣ ΩΡΕΣ, ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ & ΑΠΟΚΑΘΗΛΩΣΗ

 

          ΑΠΟΓΕΥΜΑ: 7.00 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ

                                          9.00  ΕΞΟΔΟΣ ΕΠΙΤΑΦΙΟΥ

M.ΣΑΒΒΑΤΟ ΠΡΩΙ: 7.30-9.00 ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ (Πρώτη Ανάσταση!)

 

                    ΒΡΑΔΥ : 11:00 ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΠΑΝΝΥΧΙΔΟΣ

                                    12:00 ΤΕΛΕΤΗ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ

                                   &   ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ  (..έως 1:30π.μ.) Κυριακή του Πάσχα: 6.00   Eσπερινός της Aγάπης!

 

                                   ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!

Δευτέρα 3 Απριλίου 2023

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΙΕΡΩΝ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΕΒΔΟΜΑΔOΣ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (3- 9/ 4/ 2023)

 


ΔΕΥΤΕΡΑ ΠΡΩΙ :6.30-8.30 ΟΡΘΟΣ,ΩΡΕΣ,ΜΙΚΡΟΣ     ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

ΑΠΟΓΕΥΜΑ:6.00 ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ

                                                      

ΤΡΙΤΗ ΠΡΩΙ :6.30-8.30 ΟΡΘΡΟΣ, ΩΡΕΣ, ΜΙΚΡΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

 

ΑΠΟΓΕΥΜΑ:6.00 ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ

                  

ΤΕΤΑΡΤΗ ΠΡΩΙ: 6.00-8.30   ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

ΑΠΟΓΕΥΜΑ:6.00 ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ

              

ΠΕΜΠΤΗ ΠΡΩΙ:6.30-8.30 ΟΡΘΡΟΣ, ΩΡΕΣ, ΜΙΚΡΟΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ

 

                        ΑΠΟΓΕΥΜΑ: 6.00 ΜΕΓΑ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ

ΒΡΑΔΥ: 9.30-12:30  ΙΕΡΑ ΑΓΡΥΠΝΙΑ ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΠΡΩΙ:6.00-8.30   ΠΡΟΗΓΙΑΣΜΕΝΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

                         ΑΠΟΓΕΥΜΑ: 6.00  ΜΙΚΡΟ ΑΠΟΔΕΙΠΝΟ  &

ΘΑ ΨΑΛΛΕΙ Ο ΚΑΝΟΝΑΣ  ΤΟΥ  ΛΑΖΑΡΟΥ

 

ΣΑΒΒΑΤΟ  ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ ΠΡΩΙ:7.00-8.30 ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

                     ΑΠΟΓΕΥΜΑ:6.00  ΜΕΓΑΣ ΕΣΠΕΡΙΝΟ

ΒΡΑΔΥ: 9:30 μ.μ.- 12:30 π.μ.  ΙΕΡΑ ΑΓΡΥΠΝΙΑ

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ ΠΡΩΙ: 7.00-10.00 ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΕΣΠΕΡΑΣ: 7.00  ΑΚΟΛΟΥΘΙΑ ΤΟΥ   

                                         ΝΥΜΦΙΟΥ

 

EK TOY NAOY